αναμοχλεύεται

αναμοχλεύεται
ἀναμοχλεύεται
ἀναμοχλεύω
raise by a lever: pres ind mp 3rd sg
ἀναμοχλεύω
raise by a lever: pres ind mp 3rd sg

Morphologia Graeca. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἀναμοχλεύεται — ἀναμοχλεύω raise by a lever pres ind mp 3rd sg ἀναμοχλεύω raise by a lever pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκάλισμα — το, Ν [σκαλίζω] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού σκαλίζω, καλλιεργητική εργασία απαραίτητη κατά το στάδιο ανάπτυξης τών καλλιεργούμενων φυτών, με την οποία καταστρέφονται τα ζιζάνια, ο μεγαλύτερος εχθρός τους, και συγχρόνως αναμοχλεύεται το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”